ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ Αϊνστάιν 1879 έως 1955 (76)
| |||
|
Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν ( Ουλμ 14 Μαρτίου 1879 - Πρίνστον 18 Απριλίου 1955) ήταν φυσικός γερμανοεβραϊκής καταγωγής, ο οποίος βραβεύτηκε με το Νόμπελ Φυσικής το 1921, από τους σημαντικότερος επιστήμονες του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε στην πόλη Ulm της νότιας Γερμανίας, oι γονείς του μετακόμισαν για επαγγελματικούς λόγους πρώτα στο Μόναχο, κι ύστερα στο Μιλάνο ενώ ο μικρός Άλμπερτ έμεινε οικότροφος σε σχολείο του Μονάχου. Στα 15 του σταμάτησε το σχολείο και αναχώρησε στο Μιλάνο για να συναντήσει τους γονείς του. Μετά από 1-2 χρόνια απραξίας έδωσε εξετάσεις στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης ως αυτοδίδακτος και απέτυχε. Αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Λύκειο και μετά να γραφτεί το 1896 στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης, για να σπουδάσει εκπαιδευτικός τεχνικής επαγγελματικής σχολής με φυσικομαθηματική κατεύθυνση. Εκεί ένας καθηγητής δήλωσε πως ο Άλμπερτ έχει ενδιαφέρον και θέληση, αλλά του λείπει το μυαλό. Παράλληλα με τις σπουδές, κι ύστερα από επιμονή της μητέρας του, έκανε μαθήματα μουσικής κι έπαιζε βιολί αρκετά καλά, όπως λένε μαρτυρίες. Ο ίδιος αργότερα υποστήριζε πως αν δεν είχε γίνει επιστήμονας, θα ήταν μουσικός, παραδεχόταν ότι σκεφτόταν τις θεωρίες του με βάση τους μουσικούς κανόνες. Μετά την αποφοίτησή του βρήκε μια θέση ως βοηθητικός δάσκαλος, σύντομα όμως απολύθηκε λόγω ανεπάρκειας. Ένας φίλος τον σύστησε στο διευθυντή του ελβετικού γραφείου ευρεσιτεχνιών στη Βέρνη κι εκείνος τον προσέλαβε. Δουλειά του ήταν να ετοιμάζει τα έγγραφα αναγνωρίσεως των ευρεσιτεχνιών και για το σκοπό αυτό έπρεπε να περιγράφει κάθε εφεύρεση σύντομα, κατανοητά και περιεκτικά. Εδώ αναδείχθηκε η ικανότητα του Άλμπερτ να εμβαθύνει σε ξένες ιδέες και να αναγνωρίζει την ουσία μιας διαδικασίας ή ενός μηχανισμού. Το 1901, στα 22 του χρόνια, παντρεύτηκε την Σερβικής καταγωγής συμφοιτήτριά του, Μίλεβα Μάριτς, με την οποία απέκτησε δύο γιούς. Τα τελευταία χρόνια έγινε γνωστό πως είχαν και μία κόρη η οποία γεννήθηκε το 1902 στην γενέθλια πόλη της Μίλεβα, χωρίς ποτέ να την δει ο Αϊνστάιν και χωρίς ποτέ να μαθευτεί η τύχη της, αν πέθανε ή δόθηκε για υιοθεσία. Ο γάμος κατέληξε σε διαζύγιο το 1914, με τον Άλμπερτ να παντρεύεται την εξαδέλφη του Έλσα Αϊνστάιν, με την οποία διατηρούσε δεσμό από το 1909. Η Έλσα πέθανε στην Αμερική το 1936 από πρόβλημα στην καρδιά και το συκώτι. Το 1905 ο Άλμπερτ δημοσιεύει απροσδόκητα 2 εργασίες: «Μία υπόθεση για τα κβάντα του φωτός», με την οποία επεκτείνει την ανακάλυψη του Πλανκ από το έτος 1900, και την «Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας», στην οποία διατυπώνεται ότι δεν υπάρχει απόλυτος χώρος και χρόνος, αλλά όλα εξαρτώνται από τον εκάστοτε παρατηρητή, σε σχέση με τη θέση και την κίνησή του. Αυτή η εργασία προκάλεσε τεράστια εντύπωση στον επιστημονικό κόσμο, άρχισαν να επισκέπτονται τη Βέρνη επιστήμονες από όλο τον κόσμο για να γνωρίσουν τον παράξενο δημόσιο υπάλληλο. Το 1911 έγινε καθηγητής στο γερμανικό Πανεπιστήμιο της Πράγας και μετά στο Βερολίνο, όπου παράλληλα με τα διδακτικά καθήκοντα ολοκλήρωσε και τη «Γενική Θεωρία της Σχετικότητας». Η θεωρία του επιβεβαιώθηκε πειραματικά από Άγγλους επιστήμονες κάνοντας τον Αϊνστάιν διάσημο, είναι αξιοσημείωτο δε ότι η θεωρία της σχετικότητας, παρότι δυσνόητη ακόμα και για Φυσικούς, έγινε δημοφιλές ανάγνωσμα μεγάλου αριθμού μορφωμένων ανθρώπων, οι οποίοι μελετούσαν εκλαϊκευμένες περιγραφές της, καλύτερη από τις οποίες ήταν για πολλές δεκαετίες αυτή του Ράσελ. Το 1933, όταν οι ναζί είχα εκλεγεί στην κυβέρνηση της Γερμανίας, αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τη Γερμανική Ακαδημία Επιστημών, αποποιήθηκε τη γερμανική υπηκοότητα και εγκατέλειψε την Γερμανία με προορισμό την Αμερική. Μια νέα περίοδος στην ζωή του άρχισε στο Ινστιτούτο Προχωρημένων Σπουδών του Πανεπιστήμιο Πρίνστον του Νιού Τζέρσεϊ. Εκείνη την εποχή έκανε μεγάλη εντύπωση στην επιστημονική κοινότητα η ανακοίνωση ότι είχε επιτευχθεί σε εργαστήριό στη Γερμανία η διάσπαση του ατόμου. Αμέσως άρχισαν οι ερευνητές να επαναλαμβάνουν τα πειράματα βομβαρδίζοντας πυρήνες ουρανίου με ουδετερόνια, η ανακάλυψη της ενέργειας που απελευθερωνόταν οδήγησε στην κατασκευή της ατομικής βόμβας. Ο Αϊνστάιν πείστηκε να συμβάλει στον αγώνα για την κατασκευή της βόμβας, φοβούμενος ότι οι ναζί θα κυρίευαν όλο τον κόσμο, αν προλάβαιναν να αποκτήσουν πρώτοι το καταστροφικό όπλο. Έστειλε επιστολή στον πρόεδρο Ρούσβελτ παρουσιάζοντάς του τις δυνατότητες αλλά και την επικινδυνότητα της ατομικής βόμβας. Τελικά οι φόβοι της επιστημονικής κοινότητας για κατάχρηση της βόμβας επαληθεύτηκαν, μόνο από την αντίθετη πλευρά, στην Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Στη συνέχεια και μέχρι το τέλος της ζωής συνέχισε να εργάζεται στο Πρίνστον και παράλληλα δραστηριοποιήθηκε στις κινητοποιήσεις για αφοπλισμό, υπογράφοντας συχνά διακηρύξεις με άλλους επιστήμονες, κυρίως με τον Ράσελ που ήταν ο κατεξοχήν ηγέτης των κινημάτων για την ειρήνη και τον αφοπλισμό. Στις 17 Απριλίου 1955, ο Άλμπερτ έπαθε εσωτερική αιμορραγία από τη ρήξη του ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής, αρνήθηκε να χειρουργηθεί λέγοντας: «Είναι άκομψο να παρατείνεται η ζωή τεχνητά. Έχω πάρει το μερίδιο μου, είναι ώρα να φύγω και θα φύγω με κομψότητα». Το επόμενο πρωί πέθανε. Χωρίς την συγκατάθεση της οικογένειας του κρατήσανε τον εγκέφαλο του για μελέτη ενώ το υπόλοιπο σώμα αποτεφρώθηκε και σκορπίστηκε σε άγνωστο τόπο. |