![]() |
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ Καρλ Γιουνγκ 1875 έως 1961 (86)
| ||
---|---|---|---|
Ο ανεξερεύνητος εαυτός Το αρχέτυπο του ολοκληρωτισμού Κάθε ανθρώπινο ον έχει μια «σκιά». «Όλοι κλείνουμε μέσα μας έναν –στατιστικό- εγκληματία, όπως και έναν αντίστοιχο τρελό ή άγιο». Η φύση του εντός μας θηρίου είναι η «πανίσχυρη τάση για κυριαρχία». Αυτή η τάση, είναι υπαρκτή σε όλα τα ανθρώπινα όντα. Επειδή αναγνωρίζεται μέσα μας και αντίκειται των νόμων του κράτους και της θρησκείας, την αρνούμαστε και την απωθούμε από τη συνείδησή μας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι με αυτό τον τρόπο «ξεμπερδέψαμε». Απεναντίας, αυτή η ανώριμη στάση απέναντι στη μοχθηρή όψη του εαυτού μας –η άρνησή της- έχει ως επικίνδυνη συνέπεια, να «βλέπουμε στον αντίπαλο, τα δικά μας σφάλματα μεγαλωμένα σε απίστευτο βαθμό». Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άλλοι είναι άγιοι και εμείς οι κακοί αλλά ότι ο καθένας προβάλει στον άλλο τη σκιά του. |
Ο Καρλ Γκούσταβ Γιούνγκ (γερμ. Carl Gustav Jung, 26 Ιουλίου 1875 - 6 Ιουνίου 1961), ήταν Ελβετός γιατρός και ψυχίατρος, ο εισηγητής της σχολής της αναλυτικής ψυχολογίας. Γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό της Ελβετίας, ως δεύτερο παιδί με το πρώτο να έχει πεθάνει στη γέννα. Εννιά χρόνια αργότερα ο Καρλ θα αποκτήσει μία αδερφή. Ο πατέρας του ήταν προτεστάντης εφημέριος και μετακόμιζαν συχνά, η μητέρα του άπασχε απο νευρασθένεια και έμπαινε συχνά στο νοσοκομείο. Ο Καρλ ήταν ένα ιδιαίτερα μοναχικό και αντικοινωνικό παιδί, είχε νευρικές διαταραχές και όταν πιεζόταν λιποθυμούσε. Για ένα διάστημα λόγω των συχνών λιποθυμιών τον είχαν σταματήσει από το σχολείο. Το ξεπέρασε το πρόβλημα από μόνος του μεγαλώνοντας. Νέος ακόμη λάτρεψε τον Γκαίτε τον οποίο αποκαλούσε πνευματικό του πατέρα ενώ είχε ομηρικές διαφωνίες με τον πατέρα του λόγω της θρησκοληψίας του τελευταίου. Το 1895 πέρασε με επιτυχία τις εξετάσεις και ξεκίνησε στην Ιατρική σχολή της Βασιλείας. Τον επόμενο χρόνο πέθανε ο πατέρας του και αντιμετώπισε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα, με την βοήθεια συγγενών κατάφερε τελικά να παραμείνει και να τελειώσει την σχολή. Το 1899 μετά που διάβασε ένα εγχειρίδιο ψυχιατρικής, αποφάσισε να ακολουθήσει τον συγκεκριμένο κλάδο. Το 1900 τελείωσε τις σπουδές του και αφού εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, μετακόμισε στη Ζυρίχη. Εργάστηκε σε μια πανεπιστημιακή κλινική και το 1902 τελείωσε την διατριβή του. Το Φεβρουάριο του 1903 παντρεύτηκε την Έμμα Ρόζενμπαχ, η οποία ήταν πλούσια γόνος αριστοκρατικής οικογένειας και την γνώριζε από το 1896. Έκαναν 5 παιδιά και η Έμμα εκτός από σύντροφος έγινε και συνεργάτης του, εκπαιδεύτρια και αναλύτρια στο Ινστιτούτο Γιούνγκ.
Το 1903 επέστρεψε στη Ζυρίχη όπου διάφορα πειράματα τον οδήγησαν στην ανακάλυψη των συναισθηματικά φορτισμένων συμπλεγμάτων, το 1905 αναγνωρίστηκε ως λέκτορας της ψυχιατρικής, το 1909 είχε μια τιμητική διάκριση για τις έρευνές του στο Πανεπιστήμιο Κλαρκ της Μασαχουσέτης, σε όλη την υπόλοιπη ζωή του θα κερδίσει πλήθος τιμών και διακρίσεων. Πίστευε ότι ο ανθρώπινος ψυχισμός αποτελείται από το συνειδητό και το ασυνείδητο και ότι το ασυνείδητο χωρίζεται στο ατομικό και το συλλογικό ασυνείδητο. Το ασυνείδητο είναι που διαμορφώνει 2 βασικούς ψυχολογικούς τύπους: τον εσωστρεφή και τον εξωστρεφή , στο ασυνείδητο πρέπει να αναζητηθεί και η αιτία της ψυχοπαθολογίας. Οι θεραπείες του στοχεύουν στο να ανακαλύψουν οι ασθενείς τον τύπο τους και να ζήσουν σε αρμονία με αυτόν. Από το 1906 γνωρίζεται με τον Φρόυντ, για τον οποίο τρέφει ιδιαίτερη εκτίμηση ωστόσο δεν συμφωνεί μαζί του σε βασικές γραμμές και ειδικά στη σεξουαλική θεωρία του. Ανάμεσά τους υπήρχε συχνή επικοινωνία και συνεργασία, μέχρι που εκδηλώθηκε η μεγάλη ρήξη το 1913 με τον Γιουγγκ να ονομάζει την θεωρία του «Αναλυτική Ψυχολογία και Ψυχολογία του Βάθους» και να ακολουθεί τον δικο του ξεχωριστό δρόμο. Το 1914 κι έχοντας εγκαταλείψει την ακαδημαϊκή του καριέρα, ανέλαβε στρατιωτική υπηρεσία ως λοχαγός και την διετία 1916-1918 υπηρέτησε ως διοικητής σε στρατόπεδο εκπαίδευσης βρετανικών στρατευμάτων στην Ελβετία. Το 1920 ταξίδεψε σε Αλγερία και Τυνησία, το 1922 αγόρασε γη στο χωριό Μπόλιγκεν και έχτισε έναν πέτρινο πύργο. Τα επόμενα χρόνια ταξιδεύει ασταμάτητα σε ολόκληρο τον κόσμο, δημοσιεύει άρθρα, γράφει βιβλία, δίνει διαλέξεις, κάνει ψυχαναλυτικές συνεδρίες, διδάσκει, ερευνά. Από τα πιο σημαντικά του ταξίδια ήταν αυτό στην Αφρική όπου συνάντησε ανθρώπους ενός εντελώς διαφορετικού κόσμου από τον δικό του καθώς και στην Ινδία εφόσον πάντα του ενδιαφερόταν για την ινδική φιλοσοφία και θρησκεία. Από το 1934 με έναν μικρό και κλειστό κύκλο μαθητών του, ξεκίνησε σεμινάρια του Ζαρατούστρα που διήρκησαν μέχρι το 1939. Το 1944 μετά από ένα ατυχές πέσιμο, νοσηλεύτηκε στο Νοσοκομείο, όπου υπέστη θρόμβωση στην καρδιά και στους πνεύμονες κι έφτασε κοντά στον θάνατο. Το 1955 πέθανε η γυναίκα του Έμμα κι εκείνος κλονίστηκε από την απώλεια της. Αποσύρθηκε έκτοτε στον πύργο του όπου πέρασε τα τελευταία του χρόνια. Πέθανε μετά από ένα εγκεφαλικό, στις 6 Ιουλίου του 1061. Υπήρξε ένας καλόψυχος και ευγενικός άνθρωπος, με πολύ καλή αίσθηση του χιούμορ, ο οποίος αναζητουσε την ηρεμία και μια επαφή με τον βαθύτερο ευατό του κάνοντας ασκήσεις γιογκα, ενώ ευχαριστιόταν επίσης την χαρακτική, τη ξυλογραφία, τη μαγειρική, να παίζει με τα παιδιά και τα εγγόνια του. Η σχολή που ίδρυσε απλώθηκε σε διάφορα μέρη του πλανήτη ενώ στον τάφο του γράφτηκε το ρητό που βρισκόταν και μέσα στο σπίτι του: «Επικαλούμενος ή μη, ο Θεός θα είναι παρών». |