ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

Καντίνσκι 1866 έως 1944 (78)

Ωραίο είναι εκείνο που είναι εσωτερικά ωραίο.


ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ


ΚΑΝΤΙΝΣΚΙ ΠΙΝΑΚΕΣ



O Βασίλι Καντίνσκι 16 Δεκεμβρίου 1866 – 13 Δεκεμβρίου1944) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Ρώσους ζωγράφους, πρωτοπόρος και θεωρητικός της αφηρημένης τέχνης. Γεννήθηκε στη Μόσχα, μοναχοπαίδι μιας πλούσιας οικογένειας η οποία του εντάσταλαξε την αγάπη για την μουσική και την ζωγραφική. Έμαθε να παίζε πολύ καλά βιολοντσέλο ενώ τα επόμενα χρόνια η μουσική θα επηρεάσει καταλυτικά την ζωγραφική του. Το 1871 μετακόμισαν στην Οδησσό όπου ο πατέρας του ανέλαβε την διεύθυνση σε ένα εργοστάσιο τσαγιού ωστόσο σύντομα οι γονείς του χώρισαν κι ο Βασίλι μεγάλωσε με την αδερφή της μητέρα του. Το 1886 επέστρεψε στην Μόσχα για να σπουδάσει νομικά και οικονομικά ενώ στον ελεύθερο χρόνο του συνέχισε, όπως έκανε απ’ τα μαθητικά του χρόνια, να ζωγραφίζει. Το 1892 τελείωσε τις σπουδές του και ξεκίνησε να διδάσκει ως λέκτορας. Την ίδια χρονιά συνάντησε στο πανεπιστήμιο και παντρεύτηκε την μακρινή του ξαδέρφη Άνια Τσιμιάκινα. Το 1895 αποφάσισε να διακόψει την ακαδημαϊκή του καριέρα και να αρνηθεί μια έδρα στο εσθονικό πανεπιστήμιο για να γίνει ζωγράφος. Το γεγονός που έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτή του την απόφαση ήταν η έκθεση των εμπρεσιονιστών στην Μόσχα και κυρίως το έργο του Μονέ. Τον επόμενο χρόνο έφυγε για την Γερμανία για σπουδές στην ζωγραφική. Μέχρι το 1900 σπούδασε στο Μόναχο και αποφοιτώντας ίδρυσε μια καλλιτεχνική ομάδα, την «Φάλανξ» στην οποία ξεκίνησε να διδάσκει το 1902. Τα επόμενα χρόνια ταξίδεψε σε όλη την Ευρώπη και ξεκίνησε να εκθέτει έργα του. Το 1910 ήταν μια σημαντική χρονιά για τον Καντίνσκι, καθώς ζωγράφισε τον πρώτο αφηρημένο του πίνακα και τελείωσε το βιβλίο «Για τον πνευματικό στην τέχνη» όπου εισήγαγε πλήθος νέων ιδεών όπως αυτήν της αφαιρετικότητας στην ζωγραφική. Το 1911 πήρε τελικά διαζύγιο από την Άνια ή οποία τον είχε εγκαταλείψει από το 1901 καθώς εκείνη είχε παντρευτεί έναν καθηγητή πανεπιστημίου και καθόλου δεν συμφωνούσε με την στροφή του προς την ζωγραφική και την μποέμικη ζωή. Το 1913 ο Καντίνσκι δημοσίευσε δύο ακόμη βιβλία, ένα θεωρητικό της ζωγραφικής και μια ποιητική συλλογή. Με την κήρυξη του Α’ παγκοσμίου πολέμου επέστρεψε στην Ρωσία, και το 1916, στα πενήντα του, παντρεύτηκε την 23χρονη Νίνα Αντρεγιέφσκαγια, κόρη στρατηγού με την οποία έκανε ένα γιο. Το 1918 εκλέχθηκε μέλος του τμήματος καλών τεχνών, συνέβαλε από αυτή την θέση στην δημιουργία 22 επαρχιακών μουσείων. Το 1920 πέθανε ο γιος τους καθώς δεν μπόρεσε να αντέξει εκείνη την δύσκολη εποχή της επανάστασης, με τις πολλές μολυσματικές αρρώστιες και τις ελλείψεις σε τρόφιμα και φάρμακα. Το 1921 ίδρυσε την Ακαδημία καλών τεχνών αλλά τον ίδιο κιόλας χρόνο εγκατέλειψε την Ρωσία καθώς οι μπολσεβίκοι τον ανακήρυξαν συνεργό της μπουρζουαζίας λόγω των έργων του τα οποία θεωρήθηκαν παρακμιακά και απομακρύνθηκαν από όλα τα μουσεία της χώρας. Επέστρεψε στην Γερμανία και το 1922 ξεκίνησε να διδάσκει στη σχολή Μπαουχάουζ της Βαϊμάρης ενώ τα επόμενα χρόνια ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο ενώ έργα του εκτέθηκαν σε πολλές πόλεις. Το 1925 η σχολή Μπαουχάουζ μεταφέρθηκε στο Ντεσσάου, το ίδιο κι εκείνος. Με την άνοδο του ναζισμού το 1933, ο Καντίνσκι έφυγε για την Γαλλία ενώ τα έργα του ανακηρύχτηκαν από τους ναζιστές εκφυλισμένα και απομακρύνθηκαν από όλα τα γερμανικά μουσεία ενώ αρκετά καταστράφηκαν. Έζησε στο Παρίσι έχοντας σοβαρά οικονομικά προβλήματα, σε σημείο να δυσκολεύεται να αγοράζει μεγάλους καμβάδες για να ζωγραφίζει κι όταν καταλήφθηκε το Παρίσι από τους γερμανούς, πήγε για 2 μήνες στα Πυρηναία. Επέστρεψε στο Παρίσι άρρωστος, πέθανε τελικά τον Δεκέμβριο του 1944, από αρτηριοσκλήρωση.