![]() |
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ Μπαλζάκ 1799 έως 1850 (51)
| ||
---|---|---|---|
Εξαδέρφη Μπέττη
Το κορίτσι με τα χρυσά μάτια |
Ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ (Honoré de Balzac, 20 Μαΐου 1799 – 18 Αυγούστου 1850) ήταν Γάλλος συγγραφέας, από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους όλων των εποχών. Δημιούργησε ένα τεράστιο έργο, μια συλλογή από δεκάδες μυθιστορήματα, την «Ανθρώπινη Κωμωδία», στην οποία περιέγραψε με μεγάλη διεισδυτικότητα την γαλλική κοινωνία της εποχής του. Γεννήθηκε στην πόλη Τουρ σε μια αστική οικογένεια, το 1814 εγκαταστάθηκαν στο Παρίσι και το 1816 ξεκίνησε σπουδές νομικής στη Σορβόνη. Από το 1818 εργάστηκε για ένα διάστημα ως βοηθός σε δικηγορικό γραφείο, ωστόσο δεν τον ενδιέφερε η νομική, ήθελε να κατακτήσει τον κόσμο με την πένα του, και για αυτό εγκαταστάθηκε σε μια φτωχική σοφίτα αποφασισμένος να γίνει διάσημος συγγραφέας. Μέσα σε 5 χρόνια έγραψε 13 μυθιστορήματα χωρίς καμιά επιτυχία. Συγχρόνως ξεκίνησε τις προσπάθειες να ενταχθεί στους αριστοκρατικούς κύκλους του Παρισιού.Το 1823 έκανε σχέση με την κυρία Λωρ ντε Μπερνύ, 22 χρόνια μεγαλύτερη του και μητέρα 9 παιδιών, με την οποία θα παραμείνουν καλοί φίλοι –και ανά περιόδους εραστές- μέχρι το θάνατο της, ενώ το 1825 ξεκίνησε ερωτική σχέση με τη Δούκισσα Ντ' Αμπραντές, η οποία τον σύστησε στους κοσμικούς κύκλους. Το 1826 ξεκίνησε μια εκδοτική επιχείρηση που κατανάλωσε την περιουσία του και τον γέμισε με χρέη. Συνέχισε να γράφει με πυρετώδεις ρυθμούς και το 1829 γνώρισε την πρώτη εμπορική επιτυχία με το μυθιστόρημα οι Σουανοί. Τότε ήταν που πρόσθεσε το πρόθεμα ντε στο όνομα του (ντε Μπαλζάκ) για να καταδείξει πως έχει αριστοκρατικές ρίζες. Το 1832 λαμβάνει γράμμα από μια άγνωστη θαυμάστρια, την κυρία Χάνσκα, με την οποία ξεκινάει τακτική αλληλογραφία, γεγονός που αναπερώνει το ηθικό του και τον βγάζει από την κατάθλιψη που τον είχε ρίξει η ερωτική αποτυχία εκείνης της χρονιάς με την δούκισσα ντε Καστρί. Το 1833 συναντάει την κυρία Χάνσκα στη Νεσατέλ της Ελβετίας, πρόκειται για μια πάμπλουτη Πολωνή κόμισσα, το 1834 και το 1835 θα ξαναέχουν σύντομες ερωτικές συναντήσεις στην Γενεύη και την Βιέννη. Της υπόσχεται πως θα την αγαπάει για πάντα, του υπόσχεται πως θα τον παντρευτεί μόλις πεθάνει ο κατά πολύ μεγαλύτερος σύζυγός της. Το 1835 ο Ονόρε εμπλέκεται σε θεατρικές επιχειρήσεις και πάλι γνωρίζει οικονομική καταστροφή, τα χρέη του αυξάνονται κατακόρυφα. Το 1837 δημοσιεύτηκαν οι Χαμένες Ψευδαισθήσεις οι οποίες είχαν εμπορική επιτυχία. Με τα κέρδη, αντί να ξεπληρώσει τα χρέη του, αγόρασε ένα αγρόκτημα. Οι πιστωτές του τον ανάγκασαν να το πουλήσει, τα χρήματα ίσα που καλύπτουν ένα μέρος τον χρεών του. Το 1840 για να αποφύγει τους πιστωτές του αναγκάζεται να κρυφτεί στο Πασσύ.
Για να βγάλει χρήματα γρήγορα, ξεκίνησε να γράφει σε εξαντλητικούς ρυθμούς, περίπου 15 με 16 ώρες το εικοσιτετράωρο, κυρίως την νύχτα φορώνας ένα λευκό ράσο και καταναλώνοντας μεγάλες ποσότητες δυνατού καφέ (50-60 ποτήρια ημερησίως). Κατάφερε να γράψει, σε διάστημα 25 χρονών, 91 μυθιστορήματα, 30 νουβέλες, 5 θεατρικά, δημιούργώντας 2.504 ήρωες, ενώ υπάρχει κι ένας μεγάλος αριθμός μισοτελειωμένων έργων. Σταματούσε ανά καιρό την συγγραφή και πήγαινε σε εξοχικά φίλων ή σε κοσμικά σαλόνια όπου ερωτοτροπούσε με κυρίες της αριστοκρατίας, οι οποίες ανέκαθεν ήταν το απωθημένο του. Είχε αρκετές σχέσεις, πολύ συχνά παράλληλες, με κυρίες κάθε ηλικίας, προτιμητέα της αριστοκρατίας. Το 1842 έμαθε πως πέθανε ο σύζυγος της Χάνσκα και έκανε σκοπό της ζωής του να παντρευτεί την κόμισσα. Εκείνη ανέβαλε τον γάμο, ο Μπαλζάκ αναγκάστηκε το 1843 να πάει στην Πετρούπολη για να την συναντήσει. Αλληλογραφούσαν συχνά όλα αυτά τα χρόνια, είναι ωστόσο η πρώτη τους συνάντηση μετά το 1835. Τον δέχεται ως εραστή αλλά διστάζει για τον γάμο που εκείνος διακαώς ζητάει. Το 1845 ταξιδεύουν αρκετούς μήνες σε πόλεις της Ευρώπης ενώ το 1846 η Χάνσκα γεννάει ένα νεκρό παιδί και δεν θέλει να τον δει καθόλου. Το 1848 ξαναπηγαίνει στη Ουκρανία και την βρίσκει, επιστρέφει στο Παρίσι άρρωστος και καταπονημένος. Δεν σταματάει ωστόσο να γράφει ούτε να κάνει όνειρα. Φτιάχνει δανειζομενος μεγάλα ποσά μια υπερπολυτελή έπαυλη για να στεγάσει τον έρωτα του, ένα μέγαρο με μια μικρή διακριτική πίσω έξοδο, από την οποία διαφεύγει κάθε φορά που έρχονται οι πιστωτές για τα λεφτά τους. Πιστεύει πως μετά τον γάμο του δεν θα έχει οικονομικό πρόβλημα, αυτό διαμηνύει στους πιστωτές, τελικά παντρεύεται τον Μάρτιο του 1850. Η υγεία του ωστόσο έχει υποσκαπτεί από τον τρόπο ζωής του, τον Αυγουστο πέφτει βαριά άρρωστος. Πέθανε στις 18 Αυγούστου έχοντας δίπλα την μητέρα του και τον Βίκτωρα Ουγκώ αλλά όχι την γυναίκα του. Ο Μπαλζάκ ήταν συντηριτικός, φιλομοναρχικός, οπαδός της αριστοκρατίας στην οποία ήθελε πάση θυσία να ανήκει, όπως όμως είπε κι ο Ουγκώ στον επικήδειο: «Χωρίς ίσως να το ξέρει, συνειδητά ή ασυνείδητα, με τη θέλησή του ή όχι, ο δημιουργός αυτού του τεράστιου έργου, ανήκει στη ρωμαλέα ράτσα των επαναστατών συγγραφέων». |