ΑΡΧΙΚΗ


ΜΟΤΣΑΡΤ 1756 έως 1791 (35)

Ο Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ ήταν από τους σπουδαιότερους συνθέτες κλασικής μουσικής, παιδί θαύμα που ξεκίνησε να συνθέτει από 6 χρονών για να δημιουργήσει τελικά ένα μεγαλειώδες έργο από 600 κομμάτια συμφωνικής και εκκλησιαστικής μουσικής, μουσικής δωματίου, καθώς και άριες, σονάτες, παραλλαγές, φαντασίες, όπερες. Γεννήθηκε στο Σάλτσμπουργκ της σημερινής Αυστρίας, τότε Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στις 27 Ιανουαρίου του 1756, ο πατέρας του ήταν ο μοναδικός δάσκαλος για αυτόν και την αδερφή του, διδάσκοντάς τους μουσική, ξένες γλώσσας, γραφή και ανάγνωση. Εργαζόταν στην ορχήστρα του Αρχιεπισκόπου, ήταν μέτριος συνθέτης αλλά έμπειρος δάσκαλος μουσικής και όταν δίδασκε την κόρη του στα 7 της χρόνια, ο τρίχρονος τότε Βόλφγκανγκ παρακολουθούσε με μεγάλη προσοχή και έπαιζε με τα δάχτυλα στο τραπέζι τα κομμάτια που η αδερφή του έπαιζε στο πιάνο. Τεσσάρων χρονών ο Βόλφγκανγκ έπαιζε άψογα μικρά κομμάτια στο πιάνο, στα πέντε ξεκίνησε να συνθέτει και στα έξι μπορούσε να καταγράφει ο ίδιος τις συνθέσεις του. Παρουσιάστηκε στο κοινό ως παιδί θαύμα το Σεπτέμβριο του 1761 και έκτοτε υπό την καθοδήγηση του αυστηρού και αυταρχικού πατέρα του, ξεκίνησε να ζει συνθέτοντας έργα και ταξιδεύοντας για να δίνει συναυλίες σε βασιλικές αυλές και αριστοκρατικά παλάτια σε όλη την Ευρώπη. Πρώτο ταξίδι ήταν σε Μόναχο και μετά Βιέννη όπου έπαιξε μπροστά στην αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία, εν συνεχεία έδωσε συναυλίες σε Φρανκφούρτη, Μάιντζ, Άαχεν και άλλες πόλεις ως προσκεκλημένος Γερμανών ευγενών, καταλήγοντας τελικά στο Παρίσι και μετά στο Λονδίνο. Επέστρεψαν για έναν χρόνο στο Σάλσμπουργκ και ξανάεφυγαν με τον πατέρα τους για την πρώτη από τις 3 περιοδείες που θα έκανε στην Ιταλία. Επρόκειτο για ένα συνηθισμένο φαινόμενο της εποχής, να δίνουν συναυλίες σε σπίτια αριστοκρατών ελπίζοντας σε δώρα, υποστήριξη, παραγγελίες συνθέσεων έναντι αμοιβής. Ο πατέρας του λειτουργούσε ως μάνατζερ, κανονίζοντας του διαρκώς συναυλίες και σπρώχνοντας τον να μελετάει και να συνθέτει μουσική ασταμάτητα.

Το 1778 ο Μότσαρτ βρίσκεται για συναυλίες στο Μανχάιμ και φιλοξενείται στο σπίτι μιας φιλόμουσης γερμανικής οικογένειας, εκεί κάνει παρέα με την μεγάλη κόρη, την Αλόισια Γουέμπερ, η οποία εκτός από πολύ όμορφη είναι και σπουδαία σοπράνο. Δουλεύουν μαζί και ερωτεύονται, ο Μότσαρτ γράφει στον πατέρα του πως θα την παντρευτεί. Ο πατέρας του κάνει τα πάντα για να τους χωρίσει, του απαγορεύει τον γάμο θεωρώντας πως θα κατέστρεφε την καριέρα του γιού του. Ο Μότσαρα υπακούει και φεύγει από το σπίτι των Γουέμπερ εγκαταλείποντας την Αλόισια. Το 1781 ο Μότσαρτ είναι στην Βιέννη και εκεί έχει μετακομίσει και η οικογένεια Γουέμπερ. Η Αλόισια είναι παντρεμένη πλέον και δεν του δίνει την παραμικρή σημασία, όμως η μικρή της αδερφή, Κοστάντζα είναι ελεύθερη κι ο Μότσαρτ ερωτοτροπεί μαζί της. Ετούτη την φορά πάτησε πόδι στο πατέρα του και την παντρεύτηκε, όσο κι αν ο πατέρας του έγινε και πάλι έξαλλος και δεν του έδινε την ευχή του. Απέκτησαν 6 παιδιά με την Κοστάντζα από τα οποία επέζησαν μόνο δύο και κρίνοντας από τα τρυφερά γράμματα του έζησαν ευτυχισμένοι, αν και τον περισσότερο χρόνο εκείνος έλειπε σε περιοδείες. Ο Μότσαρτ αρρώστησε βαριά τον Νοέμβριο του 1791 και πέθανε στις 5 Δεκεμβρίου, ίσως από στρεπτόκοκκο κρίνοντας από τα συμπτώματα. Εκείνα τα χρόνια υπήρξαν υπόνοιες πως ίσως να τον είχε δηλητηριάσει ο αντίπαλος του αρχιμουσικός στην βασιλική αυλή Σαλιέρι, όμως αυτή η εκδοχή έχει καταρριφθεί ως ανυπόστατη.