ΑΡΧΙΚΗ


ΛΟΥΘΗΡΟΣ 1483 έως 1546 (63)

Ο Μαρτίνος Λούθηρος ήταν Γερμανός μοναχός, ιερέας, θεολόγος, ηγέτης της εκκλησιαστικής μεταρρύθμισης και θεμελιωτής του Προτεσταντισμού. Γεννήθηκε το Νοέμβριο του 1483 στο Αϊσλέμπεν της Σαξονίας από φτωχή οικογένεια και μεγάλωσε στην πόλη Μάνσφελντ, όπου ο πατέρας του εργαζόταν στα εκεί μεταλλεία. Ανατράφηκε σε ένα ευσεβές και αυστηρό οικογενειακό περιβάλλον, έκανε τις βασικές του σπουδές στο Μαγδεβούργο και στο Άϊζεναχ, όπου μια πλούσια αστική οικογένεια, τον πήρε στο σπίτι της. Το 1501, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Ερφούρτης και σπούδασε φιλοσοφία. Το Μάιο του 1505, ύστερα από επιθυμία του πατέρα του ξεκίνησε να σπουδάζει νομικά όμως δύο μήνες μετά απαρνήθηκε τον κόσμο κι έγινε μοναχός. Το 1507 χειροτονήθηκε ιερέας και συνέχισε θεολογικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βιττεμβέργης. Το 1512, ονομάστηκε Διδάκτορας της φιλολογίας και ανέλαβε στο ίδιο πανεπιστήμιο την έδρα της Βιβλικής φιλολογίας. Μελετώντας τις γραφές συνειδητοποίησε ότι για την σωτηρία του ανθρώπου χρειάζεται ειλικρινής πίστη και όχι φόβος για την θεϊκή οργή. Ήταν η εποχή που ο πάπας και ο περίγυρος του πλούτιζαν εις βάρος του φτωχού λαού πουλώντας συγχωροχάρτια τα οποία υποτίθεται πως γλίτωναν τους ανθρώπους από την κόλαση, όταν επισκέφτηκε δε την Ρώμη είδε από κοντά την διαφθορά που επικρατούσε στη παπική εκκλησία και καταστάλαξε μέσα του το θρησκευτικό κάλεσμα που τον είχε σπρώξει στις θεολογικές σπουδές. Στις 31 Οκτωβρίου 1517, και ενώ είχε ήδη εκφράσει την αντίθεσή του στους φοιτητές του, θυροκόλλησε στην εξώπορτα του Μητροπολιτικού Ναού της Βιττεμβέργης τις 95 Θέσεις του, με τις οποίες απέρριπτε τα συχωροχάρτια, τις νηστείες, τις προσευχές και πολλά ακόμα μυστήρια της χριστιανοσύνης, ως κενά νοήματος, υποστηρίζοντας ότι εκείνο που πραγματικά μετράει είναι η αληθινή πίστη. Ζητούσε να καταργηθεί η κοσμική εξουσία του πάπα, δίδασκε την ανεξιθρησκία και υπεραμυνόταν του δικαιώματος των ιερέων να παντρεύονται. Σύντομα κλήθηκε σε απολογία ενώπιον του επιτετραμμένου του Πάπα στη Γερμανία. Αρνήθηκε να ανακαλέσει και φυγαδεύτηκε νύχτα από φίλους του. Οι ιδέες του με την βοήθεια και της τυπογραφίας που έκανε τότε τα πρώτα της βήματα, διαδόθηκαν τάχιστα και βρήκαν μεγάλη απήχηση. Αρκετές γερμανικές εκκλησίες ξεκίνησαν να κηρύττουν την διδασκαλία του και πολλοί μοναχοί εγκατέλειψαν τις μονές τους για να κηρύξουν τις αρχές της Μεταρρύθμισης, ενώ οι φοιτητές, αλλά και μεγάλος αριθμός Πανεπιστημιακών της Γερμανίας τάχθηκε, σχεδόν στο σύνολό του, υπέρ της Μεταρρύθμισης. Η Ευρώπη χωρίστηκε σε δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις, τους καθολικούς, πιστούς στην παπική εξουσία, και τους μεταρρυθμιστές, που έμελλε να ονομαστούν αργότερα προτεστάντες (διαμαρτυρόμενοι), από τη διαμαρτυρία που υπέγραψαν το 1529.

Το 1520, ο πάπας Λέων Ι΄ καταδίκασε ως αιρετικές 41 από τις 95 Θέσεις του Λούθηρου και τον κάλεσε να αποκηρύξει δημόσια τις Θέσεις του, ενώ οι απανταχού πιστοί διατάχθηκαν να κάψουν όλα τα βιβλία του. Σε αντίδραση ο Λούθηρος έκαψε δημόσια την Παπική Βούλα και απάντησε γράφοντας το βιβλίο Ενάντια στα Βλάσφημη Βούλα του Αντίχριστου. Στις 3 Ιανουαρίου 1521, ο Λέων Ι' εκδίδει δεύτερη Βούλα, με την οποία ο Λούθηρος αφορίζεται. Καλείται ξανά σε απολογία, αρνείται ξανά να ανακαλέσει και για να αποφύγει την σύλληψη φυγαδεύεται στον Πύργο του Βάρτμπουργκ κοντά στο Άιζεναχ, όπου παρέμεινε κρυμμένος ως Πρίγκιπας Γεώργιος. Εκεί έγραψε αρκετά κείμενα και μετέφρασε στα γερμανικά την Αγία Γραφή. Παρά το γεγονός ότι ήταν καταζητούμενος, ο Λούθηρος αποφασίζει τον Μάιο του 1522 να εγκαταλείψει την κρυψώνα του, εμφανίζεται στη Βιττεμβέργη και όχι μόνο δεν συλλαμβάνεται, αλλά αρχίζει να οργανώνει μια νέα εκκλησία, τη λουθηρανική η οποία εξ αρχής έχει μεγάλη επιτυχία, οι πιστοί συρρέουν μαζικά ως ποίμνιο, οι γερμανοί ευγενείς υποστηρίζουν τα κηρύγματά του. Τόσο η διδασκαλία του όσο κι η μετάφραση της Αγίας Γραφής από τα λατινικά, τόνωσε το πατριωτικό αίσθημα των Γερμανών, που ήθελαν να κόψουν κάθε εξάρτηση με την Εκκλησία της Ρώμης και τους συχνούς φόρους της, σ' αυτό οφείλεται, κατά ένα μέρος, η τεράστια και ταχύτατη ανάπτυξη της Λουθηρανικής Εκκλησίας. Τον Ιούνιο του 1524, ξέσπασε ο λεγόμενος Πόλεμος των Χωρικών, ο οποίος εξαπλώθηκε στην νότια Γερμανία και είχε ως βασικά αιτήματα την κατάργηση της δουλοπαροικίας, την ελάφρυνση των φορολογικών μέτρων και γενικά την αποτίναξη της άρχουσας τάξης και της Παπικής εκκλησίας. Ο Λούθηρος υποστηρίζει την ειρηνική διευθέτηση, ενώ κατηγορεί την άρχουσα τάξη ως υπεύθυνη για την καταπίεση που ασκούσε στους χωρικούς, ωστόσο αργότερα αλλάζει άποψη, εξαιτίας της βιαιότητας των εξεγερμένων γράφει τετρασέλιδο φυλλάδιο Κατά των ληστρικών και δολοφονικών ορδών των χωρικών, με την οποία ζητά από τους ευγενείς να καταστείλουν το κίνημα των χωρικών. Οι βιαιοπραγίες τελειώνουν το Μάιο του 1525, με την καταστολή και την εκτέλεση των ηγετών του κινήματος, αρκετοί κατηγόρησαν τον Λούθηρο πως άλλαξε απόψεις και πήρε το μέρος των ευγενών μόνο και μόνο για να έχει την εύνοια τους και να μην κινδυνεύσει η εκκλησία του. Τον Ιούνιο του 1525, ο Λούθηρος παντρεύεται την πρώην μοναχή Καταρίνα φον Μπόρα, με την οποία απόκτησε έξι παιδιά. Από το 1533 μέχρι τον θάνατό του υπηρέτησε ως κοσμήτορας στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιρτεμβέργης. Πέθανε στις 17 Φεβρουαρίου του 1546 σε ένα ταξίδι στην πατρίδα του, το Άισλεμπεν, πριν προλάβει να γίνει μάρτυρας της Συνθήκης της Αυγούστας (1555), η οποία αναγνώριζε ως ισότιμους καθολικούς και διαμαρτυρόμενους.