![]() | |||
---|---|---|---|
Ο Σερ Φράνσις Μπέικον (Francis Bacon) ήταν Άγγλος φιλόσοφος, πολιτικός, επιστήμονας, συγγραφέας, δεινός ομιλητής του κοινοβουλίου, καγκελάριος του βασιλιά Ιακώβου Α. Γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου του 1561 στο Γιορκ Χάους κοντά στο Λονδίνο. Ήταν ο νεότερος από τους δύο γιους του υπουργού Δικαιοσύνης σερ Νίκολας Μπέικον. Η μητέρα του ήταν συγγενής του λόρδου Μπέργκλυ, κυριότερου υπουργού της βασίλισσας Ελισάβετ Α'. Ο Φράνσις πραγματοποίησε νομικές σπουδές, το 1582 έγινε δικηγόρος και δεν άργησε να εξελιχθεί σε λέκτορα και αργότερα σε έκτακτο βασιλικό σύμβουλο. Το 1588 έγινε βουλευτής του Λίβερπουλ, το 1593 του Middlesex και τρείς φορές του Ipswich (1597, 1601, 1604). Έγινε γνωστός ως φιλελεύθερος μεταρρυθμιστής, πρόθυμος να τροποποιήσει και να απλουστεύσει την νομοθεσία. Αν και φίλος του στέμματος, αντιτάχθηκε στα φεουδαρχικά προνόμια και στις δικτατορικές εξουσίες. Μίλησε κατά των θρησκευτικών διώξεων, χτύπησε τη Βουλή των Λόρδων για τον σφετερισμό χρημάτων, υποστήριξε την ένωση της Αγγλίας και της Σκωτίας και αργότερα, την ένταξη της Ιρλανδίας στην Ένωση. Το 1593 έλαβε θέση αντίθετη προς την επιβολή φόρων προκειμένου να καλυφθούν οι δαπάνες του πολέμου εναντίον της Ισπανίας, η βασίλισσα Ελισάβετ εξοργίστηκε εναντίον του και ο Μπέικον περιέπεσε σε δυσμένεια. Όταν αργότερα έμεινε κενή η θέση του γενικού εισαγγελέα, κι ενώ είχαν γίνει προσπάθειες να εξευμενιστεί η βασίλισσα, υποστηρίχθηκε η υποψηφιότητά του από τον κόμη του Έσσεξ για την θέση. Η Ελισάβετ αρνήθηκε να τον διορίσει, τον προσέλαβε ωστόσο ως έναν από τους νομικούς συμβούλους της. Όταν πέθανε η Ελισάβετ το 1603, ο Μπέικον θέλησε να εξασφαλίσει μία θέση κοντά στον βασιλιά Ιάκωβο Ά. Κατάφερε να διοριστεί ως βασιλικός νομικός σύμβουλος και το 1605 δημοσίευσε το έργο «Πρόοδος της Μάθησης» που το αφιέρωσε στο βασιλιά. Το καλοκαίρι του 1605 νυμφεύτηκε την Άλις Μπάρναμ, 14 ετών ενώ εκείνος ήταν 45. Κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι ο Φράνσις ήταν ομοφυλόφιλος και ότι ο γάμος ήταν εικονικός, τριβές και προβλήματα υπήρξαν εξαρχής, οι επιθυμίες της Άλις για δόξα και χρήμα δεν εκπληρώθηκαν με αυτό τον γάμο, όταν ο Φράνσις ανακάλυψε κάποια εξωσυζυγική της σχέση της, άλλαξε την διαθήκη του και την αποκλήρωσε, έκτοτε ζήσανε χωριστά. Τον Ιούνιο του 1607 έγινε γενικός συνήγορος, το 1612 και μετά την συγγραφή σειρά πονημάτων για τις κρατικές υποθέσεις, διορίστηκε λόρδος καγκελάριος και ονομάστηκε βαρόνος του Σαιντ Ώλμπανς, ενώ το 1620-21 του απονεμήθηκε ο τίτλος του υποκόμη. Το 1621 η θέση του Μπέικον φαινόταν ακλόνητη. Ήταν ευνοούμενος του βασιλιά και είχε επίσης συγκεντρώσει την προσοχή λογίων του εξωτερικού με την συγγραφή του, είχε όμως και πολλούς εχθρούς, οι οποίοι τον κατηγόρησαν για δωροδοκία. Ο Μπέικον παραδέχθηκε ότι είχε δεχθεί δώρα, αρνήθηκε όμως ότι αυτά επηρέασαν την κρίση του ως δικαστή. Η απόφαση του δικαστηρίου κι ήταν καταδικαστική, περιελάμβανε πρόστιμο 40.000 λιρών, φυλάκιση στον Πύργο του Λονδίνου για όσο διάστημα ήθελε ο βασιλιάς, στέρηση του δικαιώματος να καταλάβει δημόσιο αξίωμα, αποκλεισμό από το Κοινοβούλιο και τη Δικαιοσύνη. Απέφυγε τελικά την φυλακή και αποσύρθηκε στο κτήμα του όπου αφιερώθηκε στην συγγραφή λογοτεχνικών, επιστημονικών και φιλοσοφικών έργων. Συνέγραψε έναν Πανδέκτη των νόμων, μία ιστορία της Αγγλίας, βιογραφίες των βασιλέων των Τυδώρ, μνημόνια περί τοκογλυφίας και περί προοπτικών ενός πολέμου με την Ισπανία, διατύπωσε απόψεις σχετικά με τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, ολοκλήρωσε δύο φυσικές ιστορίες. Ο Μπέικον ποτέ δεν έλαβε την πλήρη συγχώρηση και αμνηστία που θα τον αποκαθιστούσε. Τον Μάρτιο του 1626, καθώς προχωρούσε με την άμαξα του στην εξοχή, του ήρθε η ιδέα να διαπιστώσει αν το χιόνι ανέστελλε τη διαδικασία της αποσύνθεσης. Σταμάτησε την άμαξα σε ένα χωριό, αγόρασε μία κότα και τη γέμισε με χιόνι. Έπαθε ψύξη που εξελίχθηκε σε βρογχίτιδα, και πέθανε στις 9 Απριλίου 1626. Εάν στον Μεσαίωνα η φιλοσοφία είχε συνδεθεί με την θεολογία, και την εποχή της Αναγέννησης με την τέχνη, ο Μπέικον ήταν από τους πρώτους που επανασύνδεσε την φιλοσοφία με την επιστήμη, μια επιστήμη η οποία με την ενεργό ανάπτυξη των νέων τεχνών και των εφευρέσεων, θα επέτρεπε στον άνθρωπο να επιβάλει έναν λογικό έλεγχο πάνω στη φύση, με απώτερο σκοπό την βελτίωση της θέσης του πάνω στον κόσμο. |