| |||
---|---|---|---|
Ο Χένρι Τσαρλς Μπουκόβσκι ήταν περιθωριακός Αμερικανός ποιητής και συγγραφέας, που έζησε κυρίως στο Λος Άντζελες της Αμερικής. Έγραψε πάνω από 50 βιβλία. Γεννήθηκε στο Αντερναχ της Δυτικής Γερμανίας, στις 16 Αυγούστου του 1920, η γερμανίδα μητέρα του και ο αμερικανός στρατιώτης πολωνικής καταγωγής πατέρας του γνωρίστηκαν κατά τη διάρκεια της αμερικανικής κατοχής στη Γερμανία, στα τέλη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1922, το ζευγάρι και ο μικρός Τσαρλς μετανάστευσαν στις ΗΠΑ και εγκαταστάθηκαν στο Λος Άντζελες. Η παιδική και εφηβική ηλικία του σημαδεύτηκαν από την προκατάληψη των Αμερικανών για τη γερμανική καταγωγή του, την παραμόρφωση των χαρακτηριστικών του από μια επώδυνη μορφή ακμής και κυρίως από την αδιάκοπη κακοποίηση από τον πατέρα του, έναν απολύτως νομοταγή, βίαιο και στενόμυαλο άνθρωπο, συχνά άνεργο που ξέσπαγε πάνω στον Τσάρλς, μέχρι την εφηβεία του τον χτύπαγε επανειλημμένα για να τον κάνει ωφέλιμο μέλος της κοινωνίας. Ο Τσάρλς εναντιώθηκε, όχι μόνο απέναντι στον πατέρα του αλλά σε ολόκληρη την κοινωνία, έγινε περιπλανώμενος αλήτης, περιθωριακός, μέθυσος και ποιητής. Κατά τα σχολικά του χρόνια, διάβαζε πολύ κι όταν αποφοίτησε, γράφτηκε στο κολέγιο του Λος Άντζελες για να σπουδάσει δημοσιογραφία και λογοτεχνία. Σταμάτησε σε ένα χρόνο εγκαταλείποντας και το σπίτι του, ξεκίνησε να ζει ως περιφερόμενος άστεγος στην Ατλάντα. Κάποια στιγμή αναγκάστηκε να γυρίσει, κάτι που θα επαναλάμβανε τα επόμενα χρόνια όποτε δεν είχε πού αλλού να πάει. Όταν η Αμερική πήρε ενεργά μέρος στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο πατέρας του τον πίεσε να καταταγεί στο στρατό, εκείνος αντέδρασε και έφυγε ξανά από το σπίτι. Το 1944 κρίθηκε ακατάλληλος για να εκτίσει τη στρατιωτική του θητεία, βρέθηκε στη Νέα Υόρκη και προσπάθησε να γίνει συγγραφέας. Σε ηλικία 24 ετών, δημοσίευσε το πρώτο του διήγημα στο περιοδικό Story Magazine. Η Νέα Υόρκη δεν τον συνεπήρε, σύντομα επέστρεψε στο Λος Άντζελες και γνώρισε την κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερή του Τζάνετ Μπέικερ. Ήταν κι εκείνη αλκοολική όπως κι αυτός. Μαζί της περιπλανήθηκε για δέκα χρόνια σε όλη τη χώρα ξεχνώντας την συγγραφή και κάνοντας δουλειές του ποδαριού όπως οδηγός φορτηγού, χειριστής ασανσέρ, σε εργοστάσιο παρασκευής σκυλοτροφών, οτιδήποτε για να βγάζει χρήματα κυρίως για το αλκοόλ το οποίο κατανάλωνε σε μεγάλες ποσότητες. Οι εμπειρίες που αποκόμισε απ` αυτές τις περιπλανήσεις τού χρησίμευσαν ως υλικό για τα έργα του αργότερα. Το 1955 μπήκε αιμορραγώντας εσπευσμένα στο νοσοκομείο απόρων με έλκος στομάχου και παραλίγο να πεθάνει. Βγήκε από το νοσοκομείο αποφασισμένος να γίνει ποιητής.
Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1959 σε 200 αντίτυπα. Λίγο αργότερα, ο εκδότης του περιοδικού "The Outsider", άρχισε να δημοσιεύει δουλειές του, αφιέρωσε μάλιστα ένα ολόκληρο τεύχος στον Μπουκόβσκι με τίτλο "Outsider of the Year", και τελικά αποφάσισε να εκδόσει και μια συλλογή ποιημάτων του. Ο Μπουκόβσκι άρχισε να αποκτά φήμη σε underground περιοδικά και εφημερίδες, ενώ ξεκίνησε και μια στήλη στην εφημερίδα "Open City" του Λος Άντζελες, με το όνομα "Σημειώσεις ενός πορνόγερου. Τα κείμενα της στήλης αυτής εκδόθηκαν αργότερα σε ξεχωριστό βιβλίο. Το 1957 παντρεύτηκε την Μπάρμπαρα Φράι (Barbara Frye), η οποία εξέδιδε το ποιητικό περιοδικό Harlequin και άρχισε να δημοσιεύει δουλειές του Μπουκόβσκι. Ο γάμος τους κράτησε περίπου δύο χρόνια. Μετά το διαζύγιο, ο Μπουκόβσκι ξαναγύρισε στο πολύ πιοτό, στην ποίηση, αλλά και στο ταχυδρομείο ως ταμίας, μια θέση την οποία κράτησε για πάνω από δώδεκα χρόνια. Το 1969, ο Τζον Μάρτιν εκδότης του Black Sparrow Press,του προσφέρει 100$ το μήνα για το υπόλοιπο της ζωής του, ώστε να ασχοληθεί μόνο με τη συγγραφή. Ο Τσαρλς παραιτείται σε ηλικία 49 ετών από το ταχυδρομείο και αφοσιώνεται στο γράψιμο. Σε λιγότερο από ένα μήνα, έγραψε το πρώτο του βιβλίο που ήταν το «Ταχυδρομείο», το οποίο εκδόθηκε το 1971. Έκτοτε γράφει σε φρενήρης ρυθμούς και αποκτάει μεγάλη φήμη στο εξωτερικό, κυρίως στη Γερμανία, όπου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '70, ήταν ο πιο πετυχημένος Αμερικανός συγγραφέας. Φήμη απέκτησε ακόμη στη Γαλλία, αλλά και σε άλλα μέρη της Ευρώπης, όχι όμως και στις Η.Π.Α., όπου το κοινό δεν τον αποδέχθηκε, εκτός από ένα περιορισμένο αριθμό φανατικών οπαδών του. Ο ίδιος ο Μπουκόβσκι φερόταν προκλητικά προσελκύοντας συνεχώς αρνητικές κριτικές εναντίον του. Πέθανε από λευχαιμία στις 9 Μαρτίου 1994 έχοντας στο πλευρό του την Λίντα (Linda Lee Beighle), ιδιοκτήτρια ενός εστιατορίου την οποία είχε γνωρίσει το 1976 και είχε παντρευτεί το 1985. ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΠΟΥΚΟΦΣΚΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΖΩΗ • Μην συμβιβάζεσαι. (Εγώ θέλω όλο τον κόσμο ή τίποτε). • Αγάπησε τον εαυτό σου. (Εγώ δεν θα ήθελα να είμαι κανένας άλλος). • Ζήσε τη ζωή σου στο έπακρο. (Μερικοί άνθρωποι δεν τρελαίνονται ποτέ, τι απαίσια ζωή). • Μην φοβάσαι τον πόνο, χωρίς αυτόν δεν μπορείς να βιώσεις την ευτυχία. • Να είσαι ο εαυτός σου και χωρίς ντροπή να το εκφράζεις σε ότι κι αν κάνεις. • Είστε δυνατότεροι απ’ ότι νομίζετε. • Μην φοβάσαι τον θάνατο. (Είναι αναπόφευκτος, καλύτερα να γιορτάζεις την ζωή απ’ το να φοβάσαι τον θάνατο). • Υπάρχουν πολύ χειρότερα πράγματα από την μοναξιά. • Η ζωή απλά συμβαίνει, μην την παίρνεις πάντοτε τόσο σοβαρά. |