ΑΡΧΙΚΗ


Ελύτης 1911 έως 1996 (85)


Από το έργο του Ελύτη.    Η ομιλία του κατά την απονομή του Νόμπελ.


Ο Οδυσσέας Ελύτης (1911 - 1996), (πραγματικό ονοματεπώνυμο Οδυσσέας Αλεπουδέλης), ήταν από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, ο οποίος ανανέωσε την ελληνική ποίηση δημιουργώντας ένα προσωπικό ποιητικό ιδίωμα. Πολλά ποιήματά του μελοποιήθηκαν και όλες οι συλλογές του έχουν μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες, ενώ κι ο ίδιος έκανε μεταφράσεις τόσο ποίησης όσο και θεατρικών έργων. Είναι ο ένας εκ των δύο Ελλήνων που έχουν τιμηθεί με το βραβείο νόμπελ. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης στις 2 Νοεμβρίου του 1911 γιος του Λέσβιου επιχειρηματία Παναγιώτη Αλεπουδέλη. Ο πατέρας του είχε εγκατασταθεί το 1895 στο Ηράκλειο ιδρύοντας ένα εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελουργίας, δύο χρόνια αργότερα παντρεύτηκε τη Μαρία Βρανά και έκαναν 6 παιδιά, το μικρότερο ήταν ο Οδυσσέας. Όταν ξέσπασε ο 1ος παγκόσμιος πόλεμος το 1914 η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα όπου ο πατέρας μετέφερε επεκτείνοντας τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. Το 1920 πέθανε σε ηλικία 20 ετών η μεγάλη του αδερφή ενώ το 1923, όταν η Ελλάδα είναι συγκλονισμένη από την μικρασιατική καταστροφή, η οικογένεια έζησε για μεγάλα διαστήματα στο εξωτερικό (Ιταλία, Ελβετία, Γερμανία, Γιουγκοσλαβία). Το 1925 πέθανε αιφνιδιαστικά ο πατέρας του, το 1929 έγραψε τα πρώτα του ποιήματα και τα έστειλε σε διάφορα περιοδικά. Το 1930 γράφεται στη Νομική Σχολή της Αθήνας ενώ συγχρόνως γράφει ποίηση και κινείται στους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής, γνωρίζεται με τον Σεφέρη, τον Θεοτοκά, τον Κατσίμπαλη, αργότερα με τον Εμπειρίκο και τον Γκάτσο. Στο πρωτοποριακό περιοδικό Νέα Γράμματα δημοσιεύει το πρώτο του έργο με το ψευδώνυμο Ελύτης. Το 1936 διακόπτει τις σπουδές του στη Νομική και εκπληρώνει την στρατιωτική του θητεία, ως το 1938. Τον Δεκέμβριο του 1939, εκδίδει σε 300 αντίτυπα την πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο «Προσανατολισμοί».

Το 1940 επιστρατεύεται ως ανθυπολοχαγός και βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της μάχης, στις αρχές του 1941 βρίσκεται στα αλβανικά εδάφη όταν παθαίνει κοιλιακό τύφο και μεταφέρεται σε άσχημη κατάσταση στα Ιωάννινα. Γλιτώνει από θαύμα και περισσότερο λόγω της γερής του κράσης. Κατά την διάρκεια της κατοχής αναρρώνει στην Αθήνα ενώ το 1943 κυκλοφορεί τη δεύτερη ποιητική του συλλογή, Ήλιος ο Πρώτος μαζί με τις παραλλαγές πάνω σε μιαν αχτίδα. Το 1945 μεταφράζει ποιήματα του Λόρκα και τα δημοσιεύει, όπως και το διήγημά του «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας» στο περιοδικό «Τετράδιο». Εκτός της ποίησης, αυτή την περίοδο δοκιμάζει και την ζωγραφική. Το 1948 με την Ελλάδα στην δίνη του εμφύλιου εγκαταστάθηκε στο Παρίσι όπου γνωρίστηκε με πολλούς καλλιτέχνες και διανοητές της εποχής. Τo 1950 μετακόμισε στο Λονδίνο και συνεργάστηκε με το BBC. Το 1952 επιστρέφει στην Ελλάδα και για ένα χρόνο εργάζεται ως διευθυντής προγράμματος στο ΕΙΡ (Εθνικό ίδρυμα ραδιοφωνίας). Το 1959 κυκλοφορεί το κορυφαίο του έργο «Άξιον Εστί» το οποίο έγινε πιο ευρέως γνωστό μετά που το μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης το 1964. Το 1969 φεύγει ξανά από την Ελλάδα και μένει στον Παρίσι μέχρι το 1971. Μετά την πτώση της δικτατορίας διορίστηκε πρόεδρος του ΔΣ του Ε.Ι.Ρ.Τ και μέλος του ΔΣ του Εθνικού Θεάτρου. Το 1979 του απονέμεται το βραβείο Νόμπελ. Οι διακρίσεις και τιμές για το έργο του θα συνεχιστούν, εκείνος θα συνεχίσει να δημιουργεί ποιήματα μέχρι τέλους. Έφυγε από την ζωή στις 18 Μαρτίου 1996. Ο Οδυσσέας Ελύτης ήταν ένας από τους τελευταίους εκπρόσωπους της λογοτεχνικής γενιάς του τριάντα η οποία ταλαντευόταν ανάμεσα στην ελληνική παράδοση και τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό. Ο ίδιος είχε πει για την θέση του στην γενιά αυτή: «από το ένα μέρος ήμουνα ο στερνός μιας γενιάς, που έσκυβε στις πηγές μιας ελληνικότητας, κι απ' την άλλη ήμουν ο πρώτος μιας άλλης που δέχονταν τις επαναστατικές θεωρίες ενός μοντέρνου κινήματος».