![]() | |||
---|---|---|---|
Ο Όσκαρ Ουάιλντ (16 Οκτωβρίου 1854 – 30 Νοεμβρίου 1900) ήταν Ιρλανδός μυθιστοριογράφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και κριτικός. Οι γονείς του ήταν επιφανείς Δουβλινέζοι διανοούμενοι, με Αγγλικές ρίζες. Ο Όσκαρ από μικρός έμαθε άπταιστα Γαλλικά και Γερμανικά και έδειξε την κλίση του προς τον κλασικισμό. Σπούδασε στο Trinity College όπου κέρδισε το Χρυσό μετάλλιο Μπάρκλευ και μια υποτροφία για το Magdalen College της Οξφόρδης, όπου συνέχισε τις σπουδές του μέχρι το 1878. Μετά εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Λονδίνο όπου ασχολήθηκε με το ρεύμα του Αισθητισμού, το οποίο ιδρύθηκε από δυο από τους καθηγητές του στην Οξφόρδη. Έγινε γρήγορα γνωστός για το οξυδερκές πνεύμα, τις εξεζητημένες εμφανίσεις, τα ευφυολογήματά του και εντάχθηκε στους ανώτερους πνευματικούς και κοινωνικούς κύκλους του Λονδίνου. Το 1881 δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή (Poems) και ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη για μία σειρά διαλέξεων για το αισθητικό κίνημα στη Βρετανία. Παρέμεινε στις ΗΠΑ για κοντά ένα χρόνο, παραχωρώντας 140 διαλέξεις. Στη συνέχεια έδωσε διαλέξεις σε Γαλλία, Βρετανία και Ιρλανδία, διαλέξεις που έμοιαζαν με θεατρική παράσταση χωρίς υπόθεση και προκαλούσαν την αποδοκιμασία των κριτικών. «Όταν με λοιδορούν, τότε ξέρω ότι πέτυχα», είπε αργότερα ο ίδιος. Επέστρεψε στο Λονδίνο και το 1884 παντρεύτηκε την Κόνστανς Λόυντ με την οποία απέκτησαν δύο γιους. Ο Ουάιλντ εργάστηκε σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες της εποχής, παρέχοντας δημοσιογραφικά κείμενα και κριτικές. Μάλιστα, την περίοδο 1887-1889 ανέλαβε και την έκδοση του περιοδικού «Ο κόσμος της γυναίκας». Στις αρχές της δεκαετίας του 1890 τελειοποίησε τις ιδέες του σχετικά με την ανωτερότητα της τέχνης σε μια σειρά από διαλόγους και δοκίμια, ενώ ενσωμάτωσε σκέψεις για την παρακμή, την δολιότητα και την ομορφιά στο μοναδικό του μυθιστόρημα, Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ (1890) με το οποίο η δόξα του έφτασε στο αποκορύφωμα της. Έγραψε το θεατρικό Σαλώμη (Salome, 1891) στα γαλλικά, που ανέβηκε στο Παρίσι αλλά όχι στην Αγγλία για πολλά χρόνια εξαιτίας της απαγόρευσης έργων με Βιβλικό περιεχόμενο στο αγγλικό θέατρο. Ανεπηρέαστος από τις αντιδράσεις, ο Ουάιλντ έγραψε τέσσερις ακόμα κοινωνικές σάτιρες μέχρι τα μέσα της δεκαετίας, οι οποίες τον έκαναν έναν από τους πιο επιτυχημένους συγγραφείς. Το 1895 και ενόσω το αριστούργημά του, Η σημασία του να είναι κανείς σοβαρός παιζόταν στο Λονδίνο, ο Μαρκήσιος του Κουίνσμπερυ, πατέρας του εραστή του Λόρδου Άλφρεντ Ντάγκλας, του επιτέθηκε δημόσια κατηγορώντας τον για ομοφυλοφιλία. Ο Όσκαρ του έκανε μήνυση, όμως η μήνυση γύρισε μπούμερανγκ, καταδικάστηκε ο ίδιος σε δύο χρόνια καταναγκαστικά έργα για ομοφυλοφιλία. Το 1897, στην φυλακή όπου οι συνθήκες ήταν ιδιαίτερα σκληρές, με λίγο και κακό φαγητό και πολύ δουλειά, κατάφερε να γράψει το Εκ Βαθέων (De Profundis), μία μακροσκελή επιστολή που εκδόθηκε το 1905, όπου αναλύει την ψυχοσύνθεσή του στις δίκες, δημιουργώντας ένα σκοτεινό «αντίβαρο» στην πρότερη φιλοσοφία της απόλαυσης. Μετά την αποφυλάκισή του αυτοεξορίστηκε στην Γαλλία, όπου και έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του. Εκεί έγραψε και το τελευταίο του έργο, Την μπαλάντα της φυλακής του Ρήντινγκ, ένα μακροσκελές ποίημα όπου παρουσιάζει τις κακουχίες της ζωής στην φυλακή. Πέθανε άπορος και μόνος στο Παρίσι, τον Νοέμβριο του 1900, σε ηλικία 46 ετών. "Είτε η ταπετσαρία ξεθωριάζει είτε εγώ" ήταν τα τελευταία του λόγια. Στην κηδεία του παραβρέθηκαν 14 άτομα. Η Μπαλάντα Της Φυλακής Του Ρήντινγκ |