![]() | |||
---|---|---|---|
Ο Άρθουρ Σοπενχάουερ (Arthur Schopenhauer), ήταν Γερμανός φιλόσοφος, γνωστός για τον αθεϊσμό και τον πεσιμισμό του. Γεννήθηκε στο Γκντανσκ της Πολωνίας, στις 22 Φεβρουαρίου του 1788, ο πατέρας του ήταν πάμπλουτος τραπεζίτης ο οποίος ήθελε τον γιο του επιχειρηματία και τον έσπρωξε να μάθει πολλές γλώσσες. Για τον σκοπό αυτό ταξίδεψαν σε Ολλανδία, Ελβετία, Αυστρία και Αγγλία, ενώ έμειναν και για δύο χρόνια στη Γαλλία. Εξαιτίας της καταπιεστικής συμπεριφοράς του πατέρα του αλλά και προβλημάτων υγείας, τα παιδικά του χρόνια ήταν πολύ δύσκολα. Όπως έγραψε αργότερα, η χειρότερη περίοδος ήταν στην Αγγλία, όπου φοιτούσε εσώκλειστος σε ένα αυστηρό ρωμαιοκαθολικό σχολείο, γεγονός που του δημιούργησε απέχθεια για την θρησκεία. Το 1805 πέθανε ο πατέρας του αφήνοντας του μεγάλη περιουσία ώστε να μην χρειαστεί ποτέ να δουλέψει. Η μητέρα του ήταν κόρη γερουσιαστή και γνωστή συγγραφέας και μετά το 1805 εγκατέλειψε το Αμβούργο και μετακόμισε στην κοσμοπολίτικη Βαϊμάρη, ανοίγοντας ένα λογοτεχνικό σαλόνι όπου δεχόταν μερικούς απ’ τους πιο γνωστούς διανοουμένους της εποχής, ανάμεσά τους και τον Γιόχαν Γκαίτε. Ο Άρθουρ το 1809 γράφτηκε στο πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν, ξεκίνησε ιατρική αλλά σύντομα μεταπήδησε στη φιλοσοφία. Συνέχισε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου και το 1813, σε ηλικία 25 ετών, υπέβαλε τη διατριβή του στο πανεπιστήμιο της Ιένας και αναγορεύτηκε σε διδάκτορα. Από τo 1814 ως το 1818 έζησε στη Δρέσδη, όπου ασχολήθηκε κατά κύριο λόγο με την επέκταση του θέματος του διδακτορικού του καταλήγοντας στο ίσως σημαντικότερο βιβλίο του: «Ο κόσμος ως βούληση και παράσταση» (1818), στο οποίο ισχυρίζεται ότι ο κόσμος οδηγείται από μία διαρκώς ανικανοποίητη επιθυμία προς ικανοποίηση. Μετά από διακοπές ενός χρόνου σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας, έγινε το 1820 καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου όμως οι ώρες των μαθημάτων του συνέπιπταν με αυτών του Χέγκελ, με αποτέλεσμα να μην έχει παρά 5 φοιτητές οπότε τον απέλυσαν. Το 1822, απογοητευμένος από την πανεπιστημιακή κοινότητα, εγκατέλειψε το Βερολίνο και ταξίδεψε στην Ιταλία, για να καταλήξει έναν χρόνο αργότερα στο Μόναχο. Από εκεί πέρασε στο Μάνχαϊμ και στη Δρέσδη, πριν καταλήξει και πάλι στο Βερολίνο το 1825. Προσπάθησε να βρει θέση καθηγητή μα δεν τα κατάφερε. Τον επόμενο χρόνο ήρθε αντιμέτωπος με την δικαιοσύνη κι αναγκάστηκε να πληρώσει πρόστιμο σε μια γυναίκα την οποία είχε χτυπήσει επειδή κουβέντιαζε δυνατά έξω απ’ την πόρτα του και δεν τον άφηνε να μελετήσει.
Tο 1831 εγκατέλειψε το Βερολίνο για να αποφύγει μια επιδημία χολέρας που πλησίαζε από τη Ρωσία, ο ανταγωνιστής του Χέγκελ πέθανε από εκείνη την επιδημία. Από το 1843 έζησε για 27 χρόνια στη Φρανκφούρτη, σε ένα διαμέρισμα στην όχθη του ποταμού Μάιν. Ζούσε μόνος, με μοναδική παρέα δύο μικρά σκυλιά κι ακολουθούσε αυστηρά την ίδια καθημερινή ρουτίνα: Το πρωί μελετούσε κι έπαιζε στα διαλείμματα φλάουτο, έτρωγε μεσημεριανό στο ίδιο πάντα πανδοχείο στο κέντρο της πόλης, μετά την μεσημεριανή ξεκούραση μελετούσε ξανά και έγραφε, έκανε έναν απογευματινό περίπατο, διάβαζε τους Times του Λονδίνου και κοιμόταν. Το 1851, ο Σοπενχάουερ έβγαλε μια διασκεδαστική συλλογή φιλοσοφικών αποφθεγμάτων με τίτλο Πάρεργα και Παραλειπόμενα, μόνο τότε έγινε γνωστός στο κοινό. Πέθανε το 1860 σε ηλικία 72 χρονών, στον ύπνο του, από ανακοπή της καρδιάς. Ο Σοπενχάουερ ήταν ο κύριος εκπρόσωπος του πεσιμισμού, γι’ αυτόν η ζωή είναι μάταιη, δεν είναι παρά πόνος. Ο κόσμος δεν υπάρχει αντικειμενικά, έξω από μας, δεν είναι κάτι το αισθητό, το πραγματικό, αλλά είναι δημιούργημα του δικού μας εγώ, εκφράζεται αποκλειστικά μέσα από τη βούληση μας. Είμαστε τελικά –κατ’ αυτόν- τα δυστυχή προϊόντα της ίδιας μας της επιστημολογικής δραστηριότητας, ζούμε μέσα στον κόσμο της κατασκευασμένης από εμάς φαινομενικότητας και η μοίρα μας είναι να συγκρουόμαστε με άλλα άτομα επιδιώκοντας διαρκώς να αποκτήσουμε πιο πολλά απ’ όσα δικαιούμαστε. Κατά τον Σοπενχάουερ, ο κόσμος της καθημερινής ζωής είναι στην ουσία του βίαιος και απαγορευτικός, είναι ένας κόσμος που ποτέ δεν πρόκειται να οδηγηθεί σε φάση μεγαλύτερης ηρεμίας, λόγω της ίδιας της ανθρώπινης υπόστασης. ΣΟΠΕΝΧΑΟΥΕΡ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ |