,
Ανατόλ Φρανς ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ Τρία χρόνια μετα τη Γαλλική Επανάσταση και η Γαλλία βρίσκεται σε κατασταση συγκρούσεων, κοινωνικής παράνοιας, καχυποψίας, λαϊκών δικαστηρίων. Ο Εβαρίστ Γκαμελεν, φτωχός, ιδεολόγος και ταγμένος στον σκοπο της Επανάστασης, δεν θα ησυχάσει αν δεν εκτελεστει και ο τελευταίος εχθρος της δημοκρατίας. Τίποτε δεν μπορεί να τον απομακρύνει απο΄ το ιερό του καθήκον,ούτε η αδελφη του που βρίσκει έναν αριστοκρατικής καταγωγής ερωμένο, ούτε η αγαπημένη του που ο πατερας της μαλλον αμφισβητεί τη μεγάλη επαναστατική ιδέα. |
---|
Ανατόλ Φρανς Η αρχή του μυθιστορήματοςO Εβαρίστ Γκαμελέν, ζωγράφος, μαθητής του Δαυίδ, μέρος του Διαμερίσματος του Πον-Νεφ, άλλοτε Διαμερίσματος Ερρίκου του Δ, είχε πάει από πολύ πρωί στην άλλοτε εκκλησία των Βαρναβιτών που, εδώ και τρία χρόνια, απ' τις 21 Μαρτιου του 1790, χρησίμευε για αίθουσα συνεδριάσεων στη Γενική Συνέλευση του Διαμερίσματος. Η εκκλησία αυτή βρισκόταν σε μια στενή και σκοτεινή πλατεία, κοντά στο Δικαστικό Μέγαρο. Στην πρόσοψή της, χτισμένη σε δυο κλασικούς ρυθμούς, στολισμένη μ' ανεστραμένες κονσόλες και διακοσμητικά αγγεία, αλλά βαριά σκυθρωπιασμένη απ' τον καιρό και κακοπαθιασμένη απ' τους ανθρώπους, τα θρησκευτικά εμβλήματα τα είχαν εξαφανίσει με σφυριές και πάνω στην πύλη είχαν γράψει με μαύρα γράμματα το δημοκρατικό έμβλημα: Ελευθερία , Ισότης, Αδελφότης, ή Θάνατος». Ο Εβαρίστ Γκαμελέν μπήκε στην εκκλησία: οι θόλοι που είχαν ακούσει τους κληρικούς του θρησκευτικού τάγματος του Αγίου Παύλου να ψέλνουν τους θείους ύμνους, έβλεπαν τους κοκκινοσκούφηδες πατριώτες να συγκεντρώνονται για να εκλέξουν τους δημοτικούς άρχοντες να συσκεφθούν για τις υποθέσεις του Διαμερίσματος. Οι άγιοι είχαν εξοριστεί απ' τις εσοχές του τοίχου κι είχαν αντικατασταθεί από προτομές του Βρούτου, του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ και του Λε Πελτιέ. Ο πίνακας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ήταν στημένος στον απογυμνωμένο βωμό. Στην εκκλησία αυτή, απ' τις πέντε ως τις έντεκα βράδυ, δυο φορές τη βδομάδα, γίνονταν οι δημόσιες συνεδριάσεις. Ο άμβωνας, στολισμένος με τα εθνικά χρώματα, χρησίμευε για βήμα στους αγορητές. Αντίκρυ, πλάι στο μικρότερο άμβωνα, όπου διάβαζαν άλλοτε τον Απόστολο, είχε στηθεί μια εξέδρα, προορισμένη για τις γυναίκες και τα παιδιά που μαζεύονταν σε αρκετά μεγάλο αριθμό αυτές συγκεντρώσεις. Κείνο το πρωί, μπροστά ένα γραφείο, κάτω απ' τον άμβωνα, καθόταν, φορώντας τον κόκκινο σκούφο και την μαραγκός πλατείας Τιονβιλ, ο πολίτης Ντυπόν ο πρεσβύτερος, ένας απ' τους δώδεκα της Επιτροπής Επαγρύπνησης. Πάνω στο γραφείο, μαζί με μια μπουκάλα και ποτήρια, υπήρχαν μια καλαμαριά ένα τετράδιο που περιείχε το κείμενο ενός ψηφίσματος που καλούσε τη Συμβατική να διώξει απ' τους κόλπους της τα είκοσι δύο ανάξια μέλη της.Ο Εβαρίστ Γκαμελέν πήρε την πέννα κ' υπόγραψε. -Το ξερα, - είπε ο δημοτικός άρχοντας-μαραγκός, - πως θα ρχόσουν και συ να βάλεις την υπογραφή σου, πολίτη Γκαμελέν. Μα το Διαμέρισμά μας δεν έχει φλόγα, του λείπει η αρετή. Πρότεινα στην Επιτροπή Επαγρύπνησης να μη δίνει πιστοποιητικό νομιμοφροσύνης σε κανέναν που δε θάχε υπογράψει το ψήφισμα. -Είμαι πρόθυμος να υπογράψω και με το αίμα μου, - είπε ο Γκαμελέν, – την προγραφή των προδοτών φεντεραλιστών. Θελήσανε το θάνατο του Μαρά. Πρέπει να ξεκαθαριστούν. -Αυτό που μας χαντακώνει, -είπε ο Ντυπόν ο πρεσβύτερος, - είναι η αδιαφορία. Από Διαμέρισμα που περιλαμβάνει εννιακόσους πολίτες με δικαίωμα ψήφου, μονάχα πενήντα έρχονται στις συνεδριάσεις. Χτες είμαστε είκοσι οκτώ. -Τότε πρέπει να υποχρεωθούν νάρχονται οι πολίτες με ποινή προστίμου, - είπε ο Γκαμελέν. -Ε ε!- έκανε ο μαραγκός σουφρώνοντας τα φρύδια, -αν έρχονταν όλοι, οι πατριώτες θάταν η μειοψηφία...Τι λες, πολίτη Γκαμελέν, θάθελες να πιείς ένα ποτηράκι στην υγειά των γνήσιων ξεβράκωτων; - Πάνω στον τοίχο της εκκλησίας, προς το μέρος του σύθρονου, διάβαζε κανείς τα λόγια αυτά (που πλάι τους ήταν χαραγμένο ένα μαύρο χέρι που ο δείχτης του έδειχνε το διάδρομο που οδηγούσε στο μοναστήρι): Πολιτική Επιτροπή, Επιτροπή Επαγρύπνησης, Επιτροπή Περίθαλψης. Λίγα βήματα πιο κει ήταν η πόρτα του δωματίου που χρησίμευε άλλοτε για σκευοφυλάκιο και πάνω απ' την πόρτα η επιγραφή: Στρατιωτική Επιτροπή. Ο Γκαμελέν έσπρωξε την πόρτα και βρήκε το γραμματέα της Επιτροπής να γράφει σ' ένα μεγάλο τραπέζι, φορτωμένο βιβλία, χαρτιά, κομμάτια ακατέργαστο ατσάλι, φυσίγγια και δείγματα από νιτρούχο χώμα. -Χαίρε, πολίτη Τρυμπέρ. Πώς είσαι; -Εγώ; Θαυμάσια, Ο γραμματέας της Στρατιωτικής Επιτροπής Φορτυνε Τρυμπέρ έδινε στερεότυπα αυτή την απάντηση σ' τόσο για να τους ρωτούσαν για την υγεία του, όχι για να πληροφορήσει, όσο για να κόψει αμέσως κάθε κουβέντα σχετικά μ' αυτό το θέμα. Μ' όλο που ήταν είκοσι οκτώ χρονών, είχε κιόλας στεγνή επιδερμίδα, αραιά μαλλιά, κόκκινα μήλα, καμπουριασμένη ράχη. Το επάγγελμά του άλλοτε ήταν ιδιοκτήτης ενός πολύ παλιού καταστήματος οπτικών ειδών, στην προκυμαία των Ορφέβρ, αλλά στα 1791 το παραχώρησε σ' ένα γέρο υπάλληλο του για ν' αφοσιωθεί αυτός στα δημοτικά του καθήκοντα. Απ' τη μητέρα του, μια γοητευτική γυναίκα που πέθανε νεότατη, μόλις είκοσι χρονών, και που οι γεροντότεροι της γειτονιάς διατηρούσαν τη συγκινητική της ανάμνηση, είχε πάρει τα όμορφα, γλυκά και περίπαθα μάτια, τη χλωμάδα και τη δειλία. Απ' τον πατέρα του, τεχνίτη οπτικών ειδών, προμηθευτή του βασιλιά, που πέθανε απ' την ίδια αρρώστια πριν κλείσει τα τριάντα, είχε πάρει την επιμέλεια και την ευθύτητα, Χωρίς να σταματήσει το γράψιμο, ρώτησε: - Και συ, πολίτη, πως τα πας: - Καλά. Τι νέα; - Τίποτα, τίποτα. Καθώς βλέπεις, εδώ έχουμε ησυχία, -Και η κατάσταση; - Η κατάσταση είναι πάντα η ίδια, Η κατάσταση ήτανε φοβερή. Η καλύτερη στρατιά της Δημοκρατίας ήταν αποκλεισμένη στη Μαγεντία: η Βαλανσιέν πολιορκημένη, το Φοντεναί στα χέρια των βασιλοφρόνων της Βανδέας, η Λυών επαναστατημένη, στα Σεβέν είχε φουντώσει ανταρσία. Τα σύνορα, κάτω στα Πυρηναία, ανυπεράσπιστα στη διάθεση των Ισπανών, τα δυο τρίτα των νομών της χώρας, ή στην κατοχή των εχθρών ή επαναστατημένα: το Παρίσι κάτω απ' την απειλή των αυστριακών κανονιών, χωρίς λεφτά, χωρίς ψωμί.Ο Φορτυνε Τρυμπέρ έγραφε ατάραχα. Τα Διαμερίσματα είταν επιφορτισμένα απ' την Κομμούνα να στρατολογήσουν δέκα χιλιάδες άντρες για τη Βανδέα κι ο Τρυμπέρ συνέτασσε τις οδηγίες τις σχετικές με τη στρατολογία και τον εξοπλισμό του ανάλογου τμήματος που όφειλε να συνεισφέρει το Διαμέρισμα του Πον-Νεφ, πρώην Ερρίκου Δ'. Όλα τα στρατιωτικά τουφέκια έπρεπε να παραδοθούν απ' τους κατόχους τους στους υπαλλήλους της Επιτροπής. Η εθνοφυλακή του Διαμερίσματος θα εξοπλιζόταν με τουφέκια κυνηγιού και με πήχεις . - Σου φέρνω, - είπε ο Γκαμελέν, - τον κατάλογο, ποιες και πόσες καμπάνες πρέπει να σταλούν στο Λουξεμβούργο για να γίνουν κανόνια. […] |